Σχεδόν δύο
αιώνες συμπληρώνει σήμερα ελεύθερη η Ελλάδα. Ήταν τέτοια εποχή, όταν πριν από
ακριβώς 197 χρόνια, υψώθηκε το λάβαρο της επανάστασης, αρχικά στη Μολδοβλαχία
και στη συνέχεια στον υπόλοιπο υπό τουρκικό ζυγό, ελλαδικό χώρο. Ήταν τότε που η
Ελλάδα, με τη βοήθεια των Μεγάλων Δυνάμεων, αναγεννιόνταν από τις στάχτες της
και η άλλοτε κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία, εκτεινόμενη από την Αραβική
χερσόνησο ως τον Καύκασο και από τη Μεσοποταμία ως τη Βουδαπέστη, στριμωχνόταν
στα στενά πλαίσια της Ανατολής, μακριά από την αίγλη του παρελθόντος και το
Ευρωπαϊκό διαβατήριο που πάντοτε εποφθαλμιούσε.
Σήμερα, οι προσδοκίες των γειτόνων παραμένουν σχεδόν ίδιες
όπως και τότε: πρωταγωνιστικός ρόλος στο Αιγαίο, ένταξη στο Δυτικό μπλοκ. Η
Οθωμανική αυτοκρατορία κατακερματίστηκε, πολεμήθηκε, επανήλθε στο προσκήνιο ως
Τουρκία, εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, ανοίχτηκε πολιτικά και οικονομικά στη Δύση και
κατόρθωσε να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στη Μεσόγειο και τον κόσμο. Παρ’
όλες τις προσπάθειες για δυτική προσέγγιση όμως, εξακολουθεί να βρίσκεται, έστω
μερικώς, αποκλεισμένη από τη Δύση. Κι εκείνο που την εμποδίζει να άρει αυτόν
της τον αποκλεισμό, δεν είναι άλλο από τη διαρκώς προτιμητέα, έναντι όλων των
άλλων, ανατολική – οθωμανική ταυτότητα της. Ευρώπη και Τουρκία ποντάρουν συχνά
–πυκνά, κάθε μια για τους δικούς της σκοπούς, σε αυτό το χαρακτηριστικό.
Η σημερινή Τουρκία χαρακτηρίζεται από μία ιδιαίτερη
θρησκευτική και κυρίως πολιτική ιδιοσυγκρασία, την οποία, η Ευρώπη, κατά
καιρούς εκμεταλλεύτηκε για να ενεργοποιήσει πολιτικές πίεσης εναντίον της, αλλά
και η ίδια για να προασπίσει τα συμφέροντα της και να επεκτείνει την
ιμπεριαλιστική της στάση, εντός κι εκτός των συνόρων της. Ήταν αυτή η «οθωμανική»
ιδιαιτερότητα που έκανε τις Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης να καθορίσουν τις προτιμήσεις τους στα Βαλκάνια, να επιλέξουν
«στρατόπεδα», να προστρέξουν υπέρ της Ελλάδας πριν σβήσει το εγχείρημα της
επανάστασης το 1821 και να συνεχίσουν να τη στηρίζουν αργότερα. Συνυφασμένη με
τα οικονομικά οφέλη της ανατολικής Μεσογείου και το στρατηγικό έρεισμα του
αιγιακού χώρου, ο οποίος μόνο μέσω της Ελλάδας θα περνούσε στη σφαίρα επιρροής τους,
λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω.
Είναι ο «οθωμανικός» μανδύας που έχει ξαναφορέσει σήμερα η
Τουρκία του Ερντογάν, με σκοπό να βαφτίσει την πολιτική της στάση «δίκαια», να
συσπειρώσει υπό τον έλεγχο της την κατά πολύ αδικημένη Ισλαμική κοινότητα και
να προσεταιριστεί το προφίλ της μεγάλης και παγκόσμιας σταθεράς απέναντι στην
«κακιά» Δύση. Στάση που ενισχύουν η ανευθυνότητα της παγκόσμιας πολιτικής
σκηνής, οι δυσχέρειες στις σχέσεις Δύσης – Ρωσίας και τα συμφέροντα των δυνατών του παιχνιδιού.
Η ταυτότητα αυτή του Νέο-οθωμανισμού δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο και είναι εκείνη
που καθορίζει σήμερα κατά πολύ τη σχέση της δικής μας χώρας με την Τουρκία,
μιας και είναι γνωστό πως, επίσημα τουλάχιστον, «η Ελλάδα είναι Ευρώπη», ή
ακόλουθος έστω της ευρωπαϊκής πολιτικής και μέτοχος του Δυτικού πολιτικού και
κοινωνικού γίγνεσθαι.
Ωστόσο ο «οθωμανισμός», είτε ως αυτοσκοπός, είτε ως έρεισμα
που θα οδηγήσει σε εδαφικά και οικονομικά οφέλη την Άγκυρα σήμερα, δεν δύναται
να εγγυηθεί την προ του 1821 οθωμανική πραγματικότητα. Κατά τα φαινόμενα
τουλάχιστον. Νέοι κανόνες ορίζουν το παιχνίδι και νέοι παίκτες ανταγωνίζονται.
Σήμερα, η μεγάλη Οθωμανική ανάσταση που προσδοκούν στη γείτονα, περνά μέσω του
εσωτερικού της Τουρκίας και του κουρδικού προβλήματος στα σύνορα με το Ιράκ και
τη Συρία. Περνά μέσω του Αιγαίου και των Βαλκανίων, με πρώτη στάση την Ελλάδα.
Περνά μέσω ενός ανεπτυγμένου οικονομικά και πολιτικά Αραβικού κόσμου, ο οποίος
βρίσκεται σε ισχυρότατη θέση, συγκριτικά με το τότε και δεν είναι τόσο σύμφωνος
με την εκχώρηση της Ισλαμικής πρωτοκαθεδρίας στην Άγκυρα. Η Δύση και πρώτη απ’
όλους η χώρα μας θα πρέπει να κοιτάξει για αρχή, προς αυτή την τελευταία κατεύθυνση,
εάν θέλει να προλάβει εξελίξεις και να μη βρεθεί προ τετελεσμένων.
Του Ιωάννη Γκουμάκη, Πυτχιούχου Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων*
*Αναδημοσίευση άρθρου μου στην εφημερίδα "Ταχυδρόμος"
26 Μαρτίου 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου