Τρεις εβδομάδες σχεδόν πριν από τις εκλογές στην Τουρκία, ο
Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι έτοιμος να κερδίσει για τον εαυτό του το προεδρικό χρίσμα
για δεύτερη συνεχόμενη φορά και να γίνει «Σουλτάνος» δια της ψήφου. Έχοντας στο
παρελθόν διατελέσει πρωθυπουργός της χώρας με τρεις διαδοχικές θητείες, η επικείμενη
νίκη του στις προεδρικές εκλογές του Ιουνίου θα του εξασφαλίσει τον αμέριστο
έλεγχο της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας, μαζί με σωρεία άλλων
απόλυτων ή σχετικά απόλυτων εξουσιών και προνομίων.
Παράλληλα, η νίκη του κόμματος του με αυτοδυναμία στις Βουλευτικές εκλογές θα προσδώσει στον Ερντογάν ισχύ η οποία δεν θα υπακούει καν σε οποιοδήποτε Βέτο, της ούτως ή άλλως, ήδη διαλυμένης αντιπολίτευσης. Ωστόσο σε αυτό το σημείο τίθενται δύο ερωτηματικά: αφενός, γιατί οι εκλογές τη δεδομένη χρονική περίοδο ευνοούν τον Ερντογάν; Αφετέρου, τι αντίκτυπο θα έχει η νίκη του, εάν αυτή επέλθει, κυρίως προς τη χώρα μας;
Παράλληλα, η νίκη του κόμματος του με αυτοδυναμία στις Βουλευτικές εκλογές θα προσδώσει στον Ερντογάν ισχύ η οποία δεν θα υπακούει καν σε οποιοδήποτε Βέτο, της ούτως ή άλλως, ήδη διαλυμένης αντιπολίτευσης. Ωστόσο σε αυτό το σημείο τίθενται δύο ερωτηματικά: αφενός, γιατί οι εκλογές τη δεδομένη χρονική περίοδο ευνοούν τον Ερντογάν; Αφετέρου, τι αντίκτυπο θα έχει η νίκη του, εάν αυτή επέλθει, κυρίως προς τη χώρα μας;
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Οι εκλογές της 24ης Ιουνίου είναι το κομβικό σημείο της μετάβασης από την Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία στην Προεδρική για την Τουρκία, η έμπρακτη περάτωση των διατάξεων που επικυρώθηκαν τυπικά με το δημοψήφισμα του Απριλίου του προηγούμενου έτους. Όποιος από τους τρεις διεκδικητές λάβει το χρίσμα, θα τυγχάνει στο εξής μοναδικών προνομίων κι εξουσιών μοναστικού χαρακτήρα και απολυταρχισμού. Ο Τούρκος Πρόεδρος το γνωρίζει αυτό πολύ καλά,. Γνωρίζει επίσης πως η δημοφιλία του τη δεδομένη χρονική στιγμή βρίσκεται στο απόγειο της, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, γι’ αυτό άλλωστε κι επέλεξε τη διεξαγωγή των εκλογών πριν την προκαθορισμένη ώρα που ήταν το 2019. Νίκη κατά των Κούρδων στα ανατολικά, εδραίωση της τουρκικής παρουσίας στη Συρία, ανασύσταση της Οθωμανικής ιδέας, κυριαρχία στην ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο, προστασία των «κατατρεγμένων» Μουσουλμάνων, επικράτηση κατά του εις βάρος του πραξικοπήματος και ανασυγκρότηση της οικονομίας είναι κάποια από τα πιο δυνατά χαρτιά του που τον καθιστούν μοναδική επιλογή στο μυαλό της πλειονότητας των «πατριωτών» ψηφοφόρων, αν όχι όλων. Ιδιαίτερα στο κουρδικό ζήτημα, ο Ερντογάν, όχι μόνο κατόρθωσε να απομακρύνει τον κίνδυνο μέσω του πολέμου, να περιθωριοποιήσει τη δράση των κουρδικών ανταρτικών, αλλά παράλληλα να διαλύσει την ηγεσία του φιλοκουρδικού κόμματος στη Βουλή που του στέρησε την αυτοδυναμία στις εκλογές του 2015, φυλακίζοντας μεταξύ πολλών άλλων αντιπάλων του, πρωτοκλασάτα στελέχη της με το έτσι θέλω. Έχοντας συμπράξει πολιτικά με το φιλοκεμαλικό ακροδεξιό κόμμα της χώρας του, αυτές οι εκλογές είναι ευκαιρία να λάβει και ο ίδιος την Προεδρία και το κόμμα του την απόλυτη αυτοδυναμία στη Βουλή, εκδιώκοντας το κουρδικό κόμμα από το κοινοβούλιο. Το σενάριο αυτό εάν επαληθευτεί όπως όλα δείχνουν, θα διαμορφώσει μία δυναμική, η οποία ίσως διατηρήσει τον Ερντογάν στο «Σουλτανικό θρόνο» για τα επόμενα δέκα, τουλάχιστον έτη.
Στον αντίποδα όλων αυτών βρίσκεται η αρνητική τροπή που έχουν λάβει τα πράγματα σε ότι αφορά την Τουρκία σε διεθνές επίπεδο. Παρά τους αλματώδεις ρυθμούς της οικονομίας, ο ιδιωτικός τομέας της δανείζεται με υψηλότατα επιτόκια, δημιουργώντας έτσι μία οικονομική ωρολογιακή βόμβα, η οποία προκειμένου να μην εκραγεί, πρέπει να ενισχυθεί η οικονομία με επενδύσεις. Τα πολιτικά χάσματα με τη Δύση, γεννήματα της αλαζονείας του Τούρκου Προέδρου κυρίως, πρέπει να «μπαζωθούν», ειδάλλως, τόσο ο ίδιος πολιτικά, όσο και η χώρα του θα οδηγηθούν σε τέλμα δύσκολα αναστρέψιμο. Είναι στο χέρι της τουρκικής Προεδρίας η επίδειξη ή όχι καλής θέλησης υπέρ της Δύσης και αυτό επιθυμεί, ο Ερντογάν: να είναι ο διαχειριστής της κατάστασης από την πλευρά της Τουρκίας, όποια κι αν είναι αυτή. Δε θα διακινδύνευε να τον προλάβουν οι καταστάσεις με το χρίσμα μη κατοχυρωμένο.
Το βέβαιο της υπόθεσης είναι πως οποιαδήποτε υποχώρηση της Τουρκίας αν και ευκαιριακή, θα αποβεί θετική και κάτω από μεγάλη πίεση. Ίσως η αστάθεια στο χώρο του Αιγαίου να δώσει τη θέση της σε κάποια, έστω βραχυπρόθεσμη, σταθερότητα. Είναι στο χέρι της Ελλάδας λοιπόν να απαιτήσει σε διπλωματικό επίπεδο να μην κλειστεί έξω από το δωμάτιο με άδεια χέρια. Η πολιτική ηγεσία της χώρας μας οφείλει να είναι έτοιμη να εκμεταλλευτεί οποιοδήποτε παραστράτημα της τουρκικής οικονομίας, οποιαδήποτε έκταση χείρας για συμφιλίωση, να ασκήσει πίεση και να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο. Όμως για κανένα λόγο δεν πρέπει να ελπίζουμε από την πλευρά του Ερντογάν κάποιο ολοκληρωτικό πισωγύρισμα. Κανένας ηγέτης, ποτέ στην ιστορία, δεν έκανε στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών, με τη δυναμική του στις δόξες της.
Του Ιωάννη Γκουμάκη, Πτυχιούχου Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων*
*Αναδημοσίευση άρθρου μου στην εφημερίδα "Ταχυδρόμος"
4 Ιουνίου 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου